Διαδικτυακή έκδοση της κοινότητας των Ιησουιτών στην Ελλάδα / ISSN 2945-1736

ΚΟΙΝΩΝΙΑΗ ανάγκη ενός χριστιανικού οράματος για τον άνθρωπο και τον κόσμο

Η ανάγκη ενός χριστιανικού οράματος για τον άνθρωπο και τον κόσμο

Η ανάγκη ενός χριστιανικού οράματος για τον άνθρωπο και τον κόσμο

Μέγεθος Κειμένου-+=

Πολλά γεγονότα και συμβάντα της εποχής μας υποδηλώνουν ένα κενό στην ηθική και τη δεοντολογία, το οποίο έχει τις ρίζες του σε μια ξεθωριασμένη ανθρωπολογική αντίληψη. Όπως συνέβη στον Διογένη τον Κυνικό, αντίστοιχα και σε μας φαίνεται ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αναζητήσουμε… τον άνθρωπο. Η αξιοπρέπεια του ανθρώπου συνίσταται στο ότι είναι ένα πρόσωπο, δηλαδή ένα νοήμον και ελεύθερο ον που θέτει στον εαυτό του το βασικό ερώτημα του νοήματος της θεμελίωσης των πραγμάτων και του κόσμου στον οποίο ζει. Αυτό συμβαίνει επειδή όλη η πραγματικότητα, κοινωνική, οικονομική, ηθική, νομική και πολιτική, δεν εξαντλείται στις εξωτερικές φαινομενικές εμφανίσεις της. Αντιθέτως, πίσω και μέσα της κρύβεται το νόημα του ανθρώπου, οπότε ο προβληματισμός για τέτοιου είδους θέματα στοχεύει στην ανίχνευση του βαθύτερου ανθρώπινου περιεχομένου και στην αναζήτηση μιας επαρκούς και ολοκληρωμένης εξήγησης. Αυτός ο προβληματισμός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «θρησκευτικός» δεδομένου ότι «η θρησκεία», όπως είπε ο Bertrand Russel, «ενδιαφέρεται για κάθε μυστηριώδες και σημαντικό ερώτημα». Μπορούμε να κάνουμε έναν καθαρά ορθολογικό στοχασμό για όλα τα κοινωνικά φαινόμενα και έναν θρησκευτικό στοχασμό, ανάλογα με το αν χρησιμοποιούμε τις αρχές της γνώσης, με τις οποίες η λογική είναι φυσικά προικισμένη ή αν χρησιμοποιούμε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ως φωτεινά σημεία αναφοράς.

Η πολιτική αφορά τον άνθρωπο ως κοινωνικό ον, στον βαθμό που διάγει τη δημόσια ζωή στην κοινωνία. Η θρησκεία αφορά τον άνθρωπο σε σχέση με τον Θεό σε οικείο και προσωπικό επίπεδο. Πρόκειται, όμως, πάντα για τον ίδιο άνθρωπο, οπότε θα ήταν σοβαρό πλήγμα για την ενότητα του ανθρώπινου προσώπου να τεθεί κάποιος διαχωρισμός, σε σημείο που να καθιστά ασυμβίβαστα τα δύο αυτά στοιχεία, σαν να επρόκειτο για στεγανά διαμερίσματα της εσωτερικής και της δημόσιας ζωής του ανθρώπου. Κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί την επιρροή των ηθικοθρησκευτικών πεποιθήσεων στις επιλογές των κοινωνικών και πολιτικών πεποιθήσεων και ιδανικών. Και η ιστορία δείχνει ότι σχεδόν όλες οι κατακτήσεις του πολιτισμού έχουν ανθίσει από το έδαφος της ίδιας της θρησκείας, η οποία είναι ικανή να αγγίξει βαθιά τον άνθρωπο. Ως εκ τούτου, οι κατακτήσεις αυτές δεν μπορούν ποτέ να χάσουν εντελώς τη σύνδεση μαζί της, αν δεν θέλουν να απειληθεί ο πολιτισμός.

Εφόσον η θρησκεία αφορά την καθαυτή ύπαρξη, καταλαβαίνει κανείς πώς ασκεί την επιρροή της στο σύνολο της ανθρώπινης ζωής, τόσο στα μεμονωμένα άτομα και στις κοινότητες, όσο και στην ιστορία. Η αντίληψη που έχει μια εποχή για τον Θεό καθορίζει τον βαθμό στον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να σχετίζεται με τον εαυτό του, με τους άλλους, με τον κόσμο και οι αλλαγές που συμβαίνουν σε αυτή τη σχέση εξαρτώνται από την αλλαγή αυτής της αντίληψης. Επομένως, δεν μπορεί κανείς να μην αναγνωρίσει ότι η θρησκεία είναι μια από τις πλέον σημαντικές θεσμικές δομές που συνθέτουν το συνολικό κοινωνικό σύστημα.

Η εποχή μας είναι η εποχή του ανθρωπισμού, αν και με διαφορετικές φιλοσοφικές και ιδεολογικές τάσεις. Στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος βρίσκεται ο άνθρωπος, του οποίου διακηρύσσονται τα δικαιώματα και η αναγνώριση της αξιοπρέπειάς του και διεκδικείται η δυνατότητα ανάπτυξής του. Συνεπώς, το πρώτο θεμέλιο μιας υγιούς κοινωνικής, οικονομικής, νομικής και πολιτικής τάξης είναι η αναγνώριση ότι στο κέντρο της βρίσκεται ο άνθρωπος με τη νοημοσύνη και τη συνείδησή του, με την ελευθερία και την προσωπικότητά του. Επομένως, η αληθινή ανθρώπινη πρόοδος προϋποθέτει την πρόοδο του ανθρώπου σύμφωνα με αυτές τις τρεις διαστάσεις: 1) υλική και τεχνική πρόοδος στη σχέση του με τη φύση, με τον κόσμο. Ο άνθρωπος πρέπει να ολοκληρώσει το έργο της δημιουργίας και με την ολοκλήρωση του σύμπαντος ολοκληρώνεται και ο ίδιος, 2) κοινωνική πρόοδος, στη σχέση του με τους ανθρώπους, καθώς το έργο του πρέπει να τίθεται στην υπηρεσία του εμπλουτισμού των ανθρώπινων αξιών, 3) πνευματική πρόοδος, στη σχέση του με τον Θεό, καθώς πρέπει να οδηγεί στην εσωτερική απελευθέρωση του ανθρώπου, στην ανάπτυξη των ανώτερων ικανοτήτων του, καθώς και στην ηθική και θρησκευτική πρόοδο.

Από Paris Orlando – Έργο αυτού που το ανεβάζει, CC BY-SA 4.0, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=83818167

Η πραγματική κοινωνική πρόοδος είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την υλική πρόοδο καθώς και με την πνευματική πρόοδο. Εάν κάποιος μπορεί να διακρίνει αυτές τις διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, ωστόσο δεν μπορεί να τις ξεχωρίσει, καθώς υπάρχει στενή σχέση μεταξύ τους. Το κοινωνικό πρόβλημα, τελικά, είναι πρόβλημα ολόκληρης της ανθρωπότητας και του κάθε ανθρώπου. Είναι το πρόβλημα του ανθρωπισμού για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι ακριβώς στην ηθική και πνευματική πρόοδο βρίσκεται η απαραίτητη προϋπόθεση και το επιστέγασμα της αληθινής ανθρώπινης προόδου: «Η ηθική επανάσταση θα είναι οικονομική ή δεν θα συμβεί καθόλου. Η οικονομική επανάσταση ή θα είναι ηθική ή δεν θα συμβεί καθόλου» (E. Mounier).

Η εποχή μας έχει τονίσει το γεγονός ότι η ηθική ζωή απαιτεί ορισμένες κοινωνικές συνθήκες, ότι η δυστυχία και η άγνοια, για παράδειγμα, προκαλούν ανεπιθύμητες συμπεριφορές και ότι το αρνητικό παράδειγμα είναι μεταδοτικό. Ορισμένες κοινωνικές συνθήκες είναι απαραίτητες για την άσκηση της αρετής. Εξ ου και η υποχρέωση να εργαστούμε για την κοινωνική πρόοδο, ως θεμελιώδες ηθικό καθήκον για όλους. Εν προκειμένω, ο Άγιος Θωμάς ο Ακινάτης αναφέρει ότι «Καλύτερα να πλουτίζει κάποιος που έχει ανάγκη παρά να διδάσκεται φιλοσοφία, αν και από μόνη της αυτή η δραστηριότητα είναι πολύ πιο χρήσιμη από την πρώτη». (Sum Theol, II-II, q.32 a.3)

Για να είναι διαρκής και καρποφόρα η τεχνική, επιστημονική, κοινωνική πρόοδος απαιτεί επιτακτικά να εμψυχώνεται και τελικά να διορθώνεται από μια επαρκή πνευματική πρόοδο, διότι η κοινωνία είναι ένα είδος ζωής που έχει ιερό χαρακτήρα και η θρησκεία αγκαλιάζει τον άνθρωπο στο σύνολό του. Η τεχνολογία, επίσης, απαιτεί μια μυσταγωγία, ενώ όλα τα κοινωνικά προβλήματα οδηγούν σε ηθικά προβλήματα, στην εκπαίδευση του κοινωνικού και ηθικού αισθήματος. Και επιπλέον, κάθε αληθινή ηθική πρόοδος επιφέρει κοινωνική πρόοδο: η πνευματική πρόοδος μεμονωμένων ανθρώπων σε αυτή τη ζωή θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη κοινωνική πρόοδο από ό,τι θα μπορούσε να προσφέρει οποιοδήποτε άλλο μέσο.

Η ανθρώπινη κοινότητα μπορεί να ευημερήσει μόνο μέσα από την αφοσίωση, την αδελφοσύνη και το αίσθημα δικαιοσύνης μεταξύ των ανθρώπων, δηλαδή σε ηθική βάση με τη βοήθεια των ηθικών και θρησκευτικών δυνάμεων. Πράγματι, η ανθρώπινη πρόοδος δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσω της προόδου της επιστήμης, αλλά κυρίως μέσω της προόδου της συνείδησης.

Η σημερινή κοινωνία φαίνεται να είναι πολύ ανεκτική λόγω των πολλών δικαιωμάτων για όλους, αλλά στην πραγματικότητα είναι άκαμπτη και σκληρή, καθώς δεν διαθέτει μια πραγματική δεοντολογία ούτε μια αυθεντική ηθική των εθίμων. Έχει προσανατολίσει ολόκληρη την ύπαρξή της στην οικονομική και καταναλωτική διάσταση. Έτσι, όπου το πνεύμα είναι ταπεινωμένο, όλα είναι αναμενόμενα, ακόμη και τα πιο απρόβλεπτα και δραματικά γεγονότα, ακόμη και η παραίτηση από την αξιοπρέπειά του και η ταπείνωση εκείνων των αρχών που δικαιολογούν όλη την ύπαρξή τους. Ίσως ο Θεός θέλει να φτάσουμε στο έσχατο σημείο ηθικής εξαχρείωσης για να ακούσουμε το κάλεσμα της σιωπής και του πνεύματος, δηλαδή τη φωνή της συνείδησης διαμορφωμένη προς τις υπέρτατες αξίες της υπέρβασης. Τίποτα από όσα ανήκουν στον άνθρωπο δεν είναι ξένα, νομικά ή ουσιαστικά, προς τη χριστιανική θρησκεία. Κανένας δεν μπορεί να μετενσαρκωθεί: ο Θεός είναι ο μόνος που ενσαρκώθηκε. Κανένας δεν μπορεί να είναι αδιάφορος. Ο Θεός είναι αυτός που ενδιαφέρεται για την ανθρώπινη ζωή. Αφού έκρινε σκόπιμο να δημιουργήσει τη ζωή, βρίσκει επίσης σκόπιμο να την εμψυχώσει, ώστε να μπορεί να φτάσει αυτή στην πληρότητά της. Η διαφορά μεταξύ της αρχής και της συνέχειας ή του τέλους αυτού του έργου είναι ότι ο Θεός, ο οποίος μας δημιούργησε χωρίς τη σύμπραξη της βούλησής μας, μπορεί να μας ολοκληρώσει μόνο με τη δική μας συμβολή. «Εγώ σε δημιούργησα χωρίς εσένα, δεν μπορώ να σε σώσω χωρίς εσένα». [“Qui creavit te sine te, non salvabit te sine te”]. Μας έχει κάνει, όπως τα όντα, αιτίες. Την ίδια στιγμή μας έχει κάνει δημιουργήματα και δημιουργούς. Ο Θεός δεν δημιουργεί πολιτισμό, θέλει να τον δημιουργήσουμε εμείς, αλλά τον δημιουργεί μαζί μας στον βαθμό που συνδέεται με τη ζωή μας.

Η Εκκλησία, ως κοινωνία που προέκυψε από αυτόν τον δεσμό, δεν μπορεί να μην είναι ευνοϊκή και να υποστηρίζει το έργο του πολιτισμού. Η Εκκλησία, κοινωνική ενσάρκωση του Χριστού, δεν μπορεί να είναι αδιάφορη. Ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο, ακριβώς επειδή ο Θεός ενσαρκώθηκε από αγάπη για τον άνθρωπο. Η Εκκλησία πορεύεται μαζί με τον άνθρωπο και μοιράζεται την πορεία του σε όλη την ιστορία. Αναγγέλλοντας στους ανθρώπους το νέο μήνυμα της αγάπης του Θεού και της σωτηρίας του Χριστού, η Εκκλησία φωτίζει τη δραστηριότητά μας με το φως του Ευαγγελίου, βοηθώντας μας έτσι να ανταποκριθούμε στο θεϊκό σχέδιο αγάπης και να πραγματοποιήσουμε την πληρότητα των προσδοκιών Του. Και αυτό πρέπει να επιβεβαιωθεί ιδιαίτερα σήμερα ενάντια σε αυτό το τυπικό φαινόμενο της σύγχρονης εποχής που είναι ο κοσμικισμός, ο οποίος υποστηρίζει την απουσία του θρησκευτικού κινήτρου από τις δραστηριότητες, τους θεσμούς και τους χώρους της δημόσιας σφαίρας.

Εάν επιθυμούμε να ανασυνθέσουμε τις σχέσεις συνύπαρξης, δεν μπορούμε να μην επικαλεστούμε τις αξίες του πνεύματος: αξίες που βρίσκουν την αντικειμενική τους συνέπεια μόνο στον αληθινό, υπερβατικό και προσωπικό Θεό. Και αυτή η χριστιανική εμψύχωση είναι το συγκεκριμένο έργο του χριστιανού, του οποίου η κλήση είναι να προχωρήσει προς τον Θεό, εκτελώντας το έργο του κόσμου να εξασφαλίσει τη δόξα του Θεού και τη βασιλεία του Χριστού μέσα και μέσω της οικοδόμησης του κόσμου. Ως εκ τούτου, κάθε ανάπτυξη της ανθρωπότητας, κάθε πρόοδος, κάθε επέκταση του ανθρώπου σε ένα από τα πεδία της δημιουργίας – μέσω της γνώσης ή της δράσης – πρέπει να ανταποκρίνεται σε μια ανάπτυξη της Εκκλησίας, μια ενσωμάτωση της πίστης, μια ενσάρκωση της χάρης, ενός εξανθρωπισμού του Θεού. Αυτή είναι η Εκκλησία, αυτή είναι η καθολικότητα. Η Εκκλησία δεν είναι μια μικρή, απομονωμένη κοινωνική ομάδα που παραμένει ανέπαφη μέσα στις εξελίξεις του κόσμου. Η Εκκλησία είναι το σύνολο των βαπτισμένων χριστιανών που πιστεύουν στον Ιησού Χριστό, ο οποίος κατοικεί τον κόσμο και σώζει τον κόσμο μέσω της πίστης μας. Η Εκκλησία είναι μια κοινωνία αγάπης, πίστης και ελπίδας και έχει το καθήκον να καθοδηγεί και να μεταμορφώνει, μέσω της θείας χάρης, την εικόνα του ανθρώπου.

Από Μιχαήλ Άγγελος – See below., Κοινό Κτήμα, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=71427942

Συνοψίζοντας, πρόκειται για την οικοδόμηση του ανθρωπισμού της εποχής μας, ενός πολιτισμού που είναι μια σχέση με τον άνθρωπο και τον Θεό, ιδίως σήμερα που είμαστε τόσο μακριά από τον εαυτό μας όσο και από τον Θεό. Και αυτό πρέπει να υλοποιηθεί με ένα οριζόντιο και κάθετο όραμα και μία κλήση ταυτόχρονα, διότι η προδοσία της εικόνας του ανθρώπου σημαίνει προδοσία της εικόνας του Θεού. Πράγματι, όπως είπε ο Παύλος ΣΤ’: «Ο αληθινός ανθρωπισμός, χωρίς τον Χριστό, δεν υπάρχει». Επομένως, ο αληθινός ανθρωπισμός πρέπει να είναι χριστιανικός.