Διαδικτυακή έκδοση της κοινότητας των Ιησουιτών στην Ελλάδα / ISSN 2945-1736

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΆνοια και Χριστουγεννιάτικες ιστορίες

Άνοια και Χριστουγεννιάτικες ιστορίες

Άνοια και Χριστουγεννιάτικες ιστορίες

Μέγεθος Κειμένου-+=

Εντός των τοίχων της μνήμης, κρύβεται ένας θησαυρός αφηγήσεων που χαρακτηρίζεται από το ύφος των παλιών καιρών.
Στους αγαπημένους κατοίκους του γηροκομείου μας «ο Καλός Σαμαρείτης», δόθηκε η ευκαιρία να ξεκλειδώσουμε τις αναμνήσεις των Χριστουγέννων που πέρασαν, πάντα με τις σκιές της φθίνουσας μνήμης.

Πολλοί, όταν ακούν τη νόσο Αλτσχάιμερ, φέρνουν στο νου τους έναν ηλικιωμένο που δεν θυμάται βασικές πληροφορίες. Και είναι μερικώς αλήθεια. Έχει αποδειχθεί επιστημονικά πως μπορεί ο εγκέφαλος να μην έχει τη δυνατότητα να ανακαλέσει πληροφορίες όπως το όνομα ή τη συγγένεια που έχουμε με κάποιον, όμως μπορεί άνετα ένας ανοϊκός εγκέφαλος να ανακαλέσει το συναίσθημα που αισθάνθηκε από κάποιον και να νιώσει το πως ένιωθε τότε. Γι’ αυτό οι αφηγήσεις των ηλικιωμένων, επηρεασμένες οι περισσότερες, από το άγγιγμα της νόσου της άνοιας, λάμπουν σαν αναμμένα κεριά και είναι γεμάτες ευγνωμοσύνη.

Μερικές από αυτές τις ιστορίες είναι οι ακόλουθες, και όλες απαντάνε στην ερώτηση: «Πώς θυμάστε τα Χριστούγεννά σας;»

Κα Χρυσούλα

« Έζησα πολύ ευτυχισμένα παιδικά χρόνια εξαιτίας της οικογένειάς μου. Ο μπαμπάς μου ήταν κρεοπώλης και κάθε φορά που ερχόταν μια κυρία και ζητούσε ελάχιστο κιμά εκείνος της έκοβε μπριζόλες. Εκείνη νόμιζε πως άκουσε λάθος και τον σταματούσε. Κάθε φορά ο πατέρας μου χωρίς να πει τίποτα, τύλιγε για την κυρία μια τελείως διαφορετική παραγγελία από αυτή που άντεχε η τσέπη της και της τα έδινε ενώ την ρωτούσε «κάτι άλλο κυρία μου;» και δεν τη χρέωνε τίποτα. Τα Χριστούγεννα και όχι μόνο, η μητέρα μου μαγείρευε όχι για 4 αλλά για 14. Μια φορά μου ζήτησε να πάω μια μεγάλη τσάντα με τρόφιμα σε μία κυρία που εξαιτίας της κατοχής (των Βουλγάρων) δεν είχε να φάει. Μου είπε λοιπόν: «Θα πας την τσάντα και την κατσαρόλα σ’ εκείνο το σπίτι, θα την αφήσεις έξω από την πόρτα, θα χτυπήσεις και θα φύγεις αμέσως πριν ανοίξει η πόρτα». Προσθέτει: «Μάλλον η μητέρα μου δεν ήθελε να κάνω την κυρία να αισθανθεί άσχημα ή να την φέρω σε δύσκολη θέση. Εγώ όμως το έκανα, έκατσα και περίμενα από απόσταση να δω ποιος θα ανοίξει την πόρτα. Όταν άνοιξε η κυρία είδε το δέμα, έκανε το σημείο του σταυρού και μετά έβαλε μέσα το δέμα».

Κα Μαρία

«Εγώ ετοίμαζα μαγειρίτσα, στόλιζα το δέντρο και τρώγαμε όλοι μαζί 10 άτομα. Ήταν ευχαρίστηση μεγάλη. Το μάζεμα όλης της οικογένειας. Μια οικογένεια», είπε, έπλεξε τα χέρια της και ξανά χάθηκε στην πολύ προχωρημένη της άνοια.

Κα Ειρήνη

«Στο σόι μου είχα πολλές ανύπαντρες κοπέλες. Κάθε Χριστούγεννα τις καλούσα σπίτι μου επειδή ήταν μόνες τους. Έγραφα στον άνδρα μου σ’ ένα χαρτί τα ψώνια και εκείνος τα έφερνε μέχρι να ετοιμάσω το σπίτι. Μαγείρευα και στόλιζα. Σε κάθε κλωνάρι του δέντρου δέναμε ένα πακέτο δώρο για όλους τους καλεσμένους. Τα δώρα ήταν, μαντίλια, μολύβια, μπλοκάκια, κραγιόν, αρώματα. Τρώγαμε, παίζαμε 31 και περνούσαμε πολύ καλά. Φταίει που είχα μια υπέροχη, υγιή σχέση και είχαμε μια ποιοτική ζωή. Ετοίμαζα κουραμπιέδες, μελομακάρονα, μπακλαβάδες και οι κοπέλες έφερναν τα δικά τους κεράσματα».

Κα Σουλτάνα

«Τρώγαμε όλοι μαζί. Η μαμά μου ήταν από τη Χίο. Το σπίτι ήταν πάντα στολισμένο και το τραπέζι πάντα γεμάτο φαγητά. Τα Χριστούγεννα ήταν όλη την ημέρα στρωμένο με φαγητά και τρώγαμε όλη την ημέρα.»

Κα Αγγελική

«Παραμονή στην Ήπειρο έχουμε έθιμο να πηγαίνουμε επίσκεψη στον νονό και στη νονά. Αν πηγαίναμε σε πέντε σπίτια έπρεπε υποχρεωτικά να φάμε και στα πέντε, συνήθως λουκούμι και ρακί. Προφανώς έρχονταν και στο δικό μας σπίτι γιατί και εμείς είχαμε βαφτίσει παιδιά. Την επομένη πηγαίναμε πάντα Εκκλησιά. Μετά οι άντρες ξεκινούσαν το γλέντι και οι γυναίκες το μαγείρεμα. Στο τέλος όλοι μαζευόμασταν στην αίθουσα του σχολείου του χωριού και τρώγαμε και γλεντούσαμε όλοι μαζί με τα όργανα και χορούς».

Κα Τ.

«Το ’43 πήγαμε μετανάστες στη Γερμανία. Το ’45 επιστέψαμε Ελλάδα. Είχαμε τα ωραιότερα στολίδια για το δέντρο που ήταν ζωντανό. Ήταν γυάλινα τα στολίδια σαν τσιγαρόχαρτο. Δεν ξέρω αν έρχονταν όλοι στο σπίτι για να δουν το δέντρο αλλά θυμάμαι ήταν το ωραιότερο δέντρο της γειτονιάς.»

Κα Ντ.

«Τρία παιδιά τα μεγάλωσα μόνη μου. Δούλευα όλα τη νύχτα για να είμαι την ημέρα μάνα για τα παιδιά μου. Τα Χριστούγεννα δούλευα πιο πολύ για να μην τους λείψει τίποτα.»

Κος Κώστας

«Δεν κάναμε κάτι σπουδαίο αλλά ήταν πάντα πολύ ωραία, ειδικά μετά την κατοχή. Μετά από την κατοχή ήταν όλα καλά… Καλούσαμε κόσμο στο σπίτι και ο καθένας έφερνε τον σοφρά του για να χωράμε. Ξέρεις τι είναι ο σοφράς;».

Εδώ κάναμε μια παύση να ψάξουμε στο Ίντερνετ εικόνες και ο κύριος Κώστας ήθελε να βρούμε, από τις διαθέσιμες επιλογές, εκείνη που ήταν πιο κοντά στο δικό του σοφρά. Δηλαδή το ξύλινο χαμηλό τραπεζάκι. Μετά πρόσθεσε με χαμόγελο που θυμήθηκε και μας έμαθε το σοφρά, «τρώγαμε πάντα κοτόπουλο με χυλοπίτες δίπλα στο τζάκι».

Σ’ αυτές τις ιστορίες κρύβεται μια πρόσκληση – για την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη στη δική μας ζωή όλο το χρόνο. Αυτές οι αφηγήσεις, με ύφος νοσταλγίας και άνοιας, μπορούν να μας υπενθυμίσουν ότι η πραγματική ουσία αυτής της ιερής εποχής ξεπερνά τα πεπερασμένα όρια της μνήμης. Ας μας καθοδηγήσουν, στο πνεύμα της καλοσύνης και της συμπόνιας. Ας επιτρέψουμε στις καρδιές μας την συνειδητότητα και το να είμαστε παρούσες και παρόντες στο τώρα, να μην «τρέχει» η σκέψη μας στο άγχος και στις υποχρεώσεις τις καθημερινότητας, όπως άλλωστε ο Θεός Πατέρας μας ζητάει να λέμε: «…τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον». Με κενωτική εμπιστοσύνη στο Θεό, ας προσπαθήσουμε φέτος να ζήσουμε σύμφωνα με τον λόγο Του. «Γι’ αυτό σας λέω να μην αγωνιάτε για τη ζωή σας τι θα φάτε και για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. Η ζωή σας είναι σπουδαιότερη από το φαγητό και το σώμα σας από τα ρούχα… Μη σας απασχολεί, λοιπόν, τι θα φάτε και τι θα πιείτε, και μη σας πιάνει άγχος. Για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται το Θεό. Ο Πατέρας σας όμως ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη απ΄ αυτά.» (Μτ 6:23, 6:29-30)