Διαδικτυακή έκδοση της κοινότητας των Ιησουιτών στην Ελλάδα / ISSN 2945-1736

ΚΟΙΝΩΝΙΑΗ συνοδικότητα στην Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας

Η συνοδικότητα στην Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας

Η συνοδικότητα στην Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας

Μέγεθος Κειμένου-+=
Συνέντευξη με τον Αιδ. Δημήτρη Μπούκη, ποιμένα της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Ελλάδας, Γραμματέα της Εκτελεστικής Επιτροπής της Γενικής Συνόδου Ε.Ε.Ε.

Η Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας ποια σχέση έχει με τις ελεύθερες ευαγγελικές εκκλησίες;

Δ. Μ.: Ελεύθερες ευαγγελικές εκκλησίες (free churches), στο εξωτερικό, σημαίνει αυτές που δεν υποστηρίζονται οικονομικά από το κράτος. Στην Ελλάδα, όλες οι ευαγγελικές εκκλησίες δεν υποστηρίζονται από το κράτος, είναι ελεύθερες. Όμως στην Ελλάδα υπάρχει μια οργάνωση εκκλησιών που ονομάζονται Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες και είναι εκκλησίες που δεν έχουν συνοδικό σύστημα. Λειτουργούν με την έννοια της κοινωνίας – έτσι ονομάζεται – που σημαίνει ότι οι εκπρόσωποι των εκκλησιών που συναντιούνται, απλώς διατηρούν έναν δεσμό εκπροσώπησης προς τους έξω. Αλλά καθεμία ελεύθερη ευαγγελική εκκλησία είναι ελεύθερη να κάνει όπως νομίζει, υπάρχει ένας χαλαρός δεσμός. Αντίθετα, στην Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας, όπως σε όλες οι πρεσβυτερικές εκκλησίες, ό,τι αποφασίζεται στο συνολικό σύστημα, όλες οι τοπικές εκκλησίες είναι υποχρεωμένες να το ακολουθήσουν.

Τι είναι η συνοδικότητα στην Ευαγγελική Εκκλησία;

Θα έλεγα ότι η συνοδικότητα στην Ευαγγελική Εκκλησία είναι η συμμετοχή όλων των λαϊκών στη ζωή των τοπικών ενοριών, και σε επίπεδο εκκλησιαστικής διοίκησης, είναι η δημοκρατική αντιπροσώπευση και συμμετοχή και εκλογή όλων των διοικητικών οργάνων και αποφάσεων της Εκκλησίας, στις οποίες αποφάσεις και οργάνωση, οι τοπικές εκκλησίες δεσμεύονται ηθικά και οργανωτικά να την ακολουθήσουν. Ο τρόπος που την ακολουθούν είναι διττός: ο ένας είναι ακολουθώντας έναν κοινό πνευματικό καταστατικό χάρτη, κοινά «πιστεύω», και ο δεύτερος είναι πρακτικά, υποστηρίζοντας μία εκκλησία οικονομικά, τόσο στο θέμα της μισθοδοσίας των ποιμένων της, αλλά κυρίως στη συνέργεια στο φιλανθρωπικό έργο των εκκλησιών.
Σύνοδος υπάρχει όποτε οι εκπρόσωποι των Εκκλησιών συγκεντρώνονται είτε ετησίως σε Τοπικό Επίπεδο (Αθήνα – Θεσσαλονίκη), είτε ανά διετία ως Γενική σύνοδος- το ανώτατο διοικητικό όργανο της Ευαγγελικής Εκκλησίας. Στις συνάξεις των Συνόδων, οι Εκκλησίες αντιπροσωπεύονται από δύο μέχρι τέσσερις εκπροσώπους ανά Εκκλησία. Το 65% των εκπροσώπων είναι λαϊκοί. Οι Γενικές Σύνοδοι είναι αυτές που αποφασίζουν για το θεολογικό και διοικητικό πλαίσιο δράσης των Ε.Ε.Ε., και οι αποφάσεις τους είναι δεσμευτικές για όλες τις Εκκλησίες. Οι τοπικές Σύνοδοι ασχολούνται με ποιμαντικά και διοικητικά θέματα που αφορούν “βορρά” ή “νότο”.

Τι σημαίνει ότι όλα τα μέλη συμμετέχουν ενεργά στην ηγεσία;

Η Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη συμμετοχή των λαϊκών, που έχουν ενεργό ρόλο στα τεκταινόμενα της εκκλησίας και συμμετέχουν ενεργά στη λήψη αποφάσεων, εκλέγουν και εκλέγονται στις θεσμικές θέσεις κάθε τοπικής εκκλησίας – πρεσβύτεροι, διάκονοι και διακόνισσες. Ακολουθεί το Πρεσβυτερικό σύστημα διοίκησης, κατά το οποίο κάθε τοπική εκκλησία διοικείται από το πρεσβυτέριό της, που εκλέγεται κάθε τέσσερα χρόνια από τη συνέλευση των μελών κάθε εκκλησίας, που είναι λαϊκοί, άνδρες και γυναίκες .

Σε τοπικό επίπεδο η αντιπροσώπευση των Εκκλησιών γίνεται με απόλυτα δημοκρατικό τρόπο. Για παράδειγμα η ευαγγελική εκκλησία στους Στύλους του Ολυμπίου Διός είναι η παλαιότερη και η μεγαλύτερη στην Αθήνα, και μετρά περί τα 400 μέλη. Αυτοί έχουν το ανώτατο όριο που επιτρέπεται, τέσσερις εκπροσώπους, εκ των οποίων ο ένας είναι ποιμένας και οι άλλοι τρεις είναι οι λαϊκοί. Στον Νέο Κόσμο υπάρχει μια άλλη εκκλησία με περίπου 50 μέλη. Αυτή έχει το ανώτερο του κατώτατου ορίου, δηλαδή δύο άτομα – έναν ποιμένα και έναν λαϊκό. Αυτοί οι άνθρωποι συγκεντρώνονται μία φορά τον χρόνο και από κοινού αποφασίζουν για τα θέματα που αφορούν όλες τις εκκλησίες. Στο τοπικό επίπεδο αποφασίζει ο ποιμένας με το πρεσβυτέριό του, και οι άνθρωποι αυτοί αλλάζουν. Κάποιοι μπορεί να εκλεγούν ξανά, αλλά κάθε τέσσερα χρόνια όλοι είναι αιρετοί. Σε τοπικό επίπεδο κάθε χρόνο εκλέγουν ηγεσία, στην οποία η μόνη δέσμευση είναι ο Πρόεδρος αυτής της Τοπικής Συνόδου, όπως την ονομάζουμε εμείς, να είναι ιερωμένος. Όλοι οι άλλοι μπορούν να είναι λαϊκοί. Ο ταμίας επίσης δεν μπορεί ποτέ να είναι ποιμένας, πρέπει να είναι λαϊκός πάντα.

Η Α΄ Ευαγγελική Εκκλησία της Αθήνας

Όλες μαζί οι εκκλησίες συγκροτούν τη Γενική Σύνοδο της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Ελλάδας, που διοικείται από μια πενταμελή Εκτελεστική Επιτροπή, η οποία εκλέγεται ανά διετία από τους αντιπροσώπους των τοπικών εκκλησιών. Κάθε δύο χρόνια πραγματοποιείται μια πανελλαδική συνάντηση στην οποία πάλι εκπρόσωποι των εκκλησιών συγκεντρώνονται με τον ίδιο τρόπο και παίρνουν τις αποφάσεις για όλα τα θέματα• και εκεί εκλέγεται μια επιτροπή ανά διετία. Και σε αυτή την επιτροπή ο Πρόεδρος πρέπει και πάλι να είναι ιερωμένος. Γιατί είναι σημαντικό αυτό; Είναι σημαντικό γιατί αυτή η συνάντηση που γίνεται κάθε δύο χρόνια, είναι και η μόνη που αποφασίζει για όλα τα θέματα. Δηλαδή, ο καταστατικός χάρτης, το πώς λειτουργεί η εκκλησία, αποφασίζεται από αυτή τη συνέλευση, όχι από άλλους. Υπάρχει μια επιτροπή που κάνει προτάσεις, αλλά αυτή η συνάντηση είναι κατά 70% λαϊκοί και 30 % κληρικοί και παίρνει την απόφαση για το πώς λειτουργεί η Εκκλησία. Θέματα που αφορούν μισθοδοσίες, έξοδα, διακονίες, χρηματοδότηση κ.τ.λ. αποφασίζονται σε αυτό το επίπεδο κάθε δύο χρόνια. Η απόλυτη αρχή, σύμφωνα με τον καταστατικό χάρτη της Ευαγγελικής Εκκλησίας, είναι οι εν Συνόδω αποφάσεις των εκπροσώπων όλων των εκκλησιών. Γι’ αυτό και όσο καιρό διαρκεί αυτή η συνάντηση, ο Πρόεδρος της εκάστοτε Γενικής Συνέλευσης είναι ο Πρόεδρος της Εκκλησίας. Αργότερα, αυτός που εκλέγεται για δύο χρόνια είναι στην πραγματικότητα εκτελεστικός, εκτελεί ό,τι επισυμβαίνει εκεί, γι’ αυτό και για τα πολύ μεγάλα θέματα που είναι δύσκολο να αποφασιστούν ή είναι καινούργια ζητήματα, ή αφορούν οικονομικά και διακονήματα, γίνονται έκτακτες γενικές συνελεύσεις όπου συναντιούνται όλοι και παίρνουμε τις αντίστοιχες αποφάσεις.

Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα σχετικά με τη συμμετοχή όλων των μελών στην ηγεσία της εκκλησίας: Σε μία τοπική εκκλησία οι άνθρωποι δηλώνουν αν θέλουν να είναι μέλη. Αυτό καταστατικά τους δίνει ένα δικαίωμα ότι αν μαζευτεί το 1/3 των ατόμων που είναι μέλη, μπορούν να ζητήσουν να κάνουν μία γενική συνέλευση, όπου αποφασίζουν τα πάντα, από το να κρατήσουν ή να διώξουν τον ποιμένα τους, για παράδειγμα. Να αλλάξουν τους πρεσβυτέρους τους, να ζητήσουν απολογισμό για κάτι που θεωρούν ότι είναι πολύ μεγάλο. Κι αυτό το κάνει το εκκλησίασμα, δεν είναι καν ανάγκη να προέλθει από την ηγεσία, και είναι υποχρεωμένη η ηγεσία να το κάνει αυτό. Αν τρεις εκκλησίες πουν ότι έχουν πρόβλημα με την ηγεσία και θέλουν να συζητήσουν ένα θέμα, είναι υποχρεωμένη η σύνοδος να κάνει μια συνάντηση και να συζητήσει το θέμα. Αυτό δίνει πολύ μεγάλη «δυνατότητα ελέγχου» στο σώμα των λαϊκών. Οι λαϊκοί έχουν πολύ μεγάλο λόγο μέσα στην Εκκλησία και φυσικά εκπροσωπούνται κατά 70% μέσα σε όλα τα σώματα.

Η συνοδικότητα, τώρα, εκφράζεται και με έναν άλλο τρόπο: με τον τρόπο που οι δυνατές οικονομικά εκκλησίες υποστηρίζουν τις αδύναμες. Δηλαδή, μια μικρή εκκλησία με 40 μέλη που δεν μπορεί να πληρώσει τον ποιμένα της, πώς θα το καταφέρει; Στις συναντήσεις που πραγματοποιούνται, αποφασίζεται με ποιον τρόπο θα γίνει. Για παράδειγμα, το 50% θα το δίνουν οι υπόλοιπες εκκλησίες και μ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ένα σύστημα όπου οι εκκλησίες δίνουν ένα μέρος των εισοδημάτων τους σε ένα κοινό ταμείο που χρησιμοποιείται μόνο για την υποστήριξη των εκκλησιών και των διακονιών που δεν μπορούν να υποστηριχθούν σε τοπικό επίπεδο. Π.χ. το διακόνημα προς εξαρτημένους ανθρώπους δεν μπορεί να υποστηριχθεί από μία εκκλησία, υποστηρίζεται από όλες τις εκκλησίες. Για θέματα που αφορούν το μεταναστευτικό, γίνεται μια συνεργασία πανελλαδική. Οπότε εκεί υπάρχει μια συνάντηση όπου κυρίως εκπροσωπούνται λαϊκοί εκτός από τους κληρικούς, οι οποίοι αποφασίζουν πώς θα κινηθούν, οι εκκλησίες αντιπροσωπεύονται σχεδόν απόλυτα δημοκρατικά, δύο άτομα όλες οι εκκλησίες, όσες έχουν πάνω από 150 άτομα, αντιπροσωπεύονται από τρία μέλη και όσες έχουν πάνω από 200 άτομα, από τέσσερα μέλη και σε αυτό το επίπεδο λαμβάνονται οι αποφάσεις.

Σε παγκόσμιο επίπεδο;

Η Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας και όλες οι Ευαγγελικές Εκκλησίες δεν έχουν επισκόπους. Έχουν έναν Πρόεδρο που είναι ίσος μεταξύ όλων και εκλέγεται κάθε δύο χρόνια – σπάνια έχουμε άτομα που εκλέγονται πάνω από τρεις φορές στο ίδιο αξίωμα – και το πρόσωπο αυτό απλώς εκφράζει τη γενική φωνή της συνόδου ως προς τους τρίτους. Η εκπροσώπηση της Εκκλησίας στο εξωτερικό γίνεται είτε από τον Πρόεδρο είτε από τον Γραμματέα, αυτά τα δύο πρόσωπα εναλλάσσονται στην εκπροσώπηση της Εκκλησίας και η Ευαγγελική Εκκλησία στην Ελλάδα όπως και σε κάθε χώρα, είναι αυτοκέφαλη, δηλαδή έχει τη δική της Σύνοδο και αυτή αποφασίζει. Δεν επηρεάζεται από τις άλλες Συνόδους. Εκπροσωπείται σε μεγαλύτερα σώματα, αλλά εκεί όλες οι μεγάλες αποφάσεις που λαμβάνονται δεν είναι δεσμευτικές σε καμία περίπτωση για την τοπική κοινότητα. Η συνοδικότητα ακριβώς αυτή την έννοια έχει. Οπότε σε παγκόσμιο επίπεδο βρίσκεται σε τέτοια σώματα στα οποία εκπροσωπείται, σε κάποια θέματα συμφωνεί, σε κάποια διαφωνεί, αλλά δεν υπάρχει κοινή αρχή και ένα πρόσωπο που είτε την εκπροσωπεί είτε την εκφράζει. Συνήθως εκφράζεται κάθε χώρα στη δική της σύνοδο. Αν εγώ εκφέρω μια γνώμη, η γνώμη μου δεν δεσμεύει όλη την Εκκλησία. Όλες οι αποφάσεις όμως των Γενικών Συνόδων δεσμεύουν και λέγονται συνοδικές αποφάσεις που είναι κοινές για όλους και εκφράζονται πολύ τακτικά μέσα από τον καταστατικό της χάρτη και την ομολογία πίστης της. Αν για κάποια ιδιαίτερα θέματα βγαίνει μια απόφαση ή ένα ψήφισμα, αυτό για να έχει την ισχύ της συνόδου, συνήθως εκφράζεται είτε μέσα από κάποια επίσημη εκδήλωση ή αναρτάται στην ιστοσελίδα της ως η επίσημη φωνή της Εκκλησίας κι αυτή συνήθως έχει τον τίτλο «Απόφαση της Γενικής Συνόδου». Και δεν είναι ποτέ από πρόσωπα, αλλά από σώμα. Όλες οι εκκλησίες εκπροσωπούνται.

Η Σύνοδος για τη συνοδικότητα: μια ευκαιρία για ανανέωση